- καλλιβάντες
- καλλιβάντεςGrammatical information: ?Meaning: ὄμοια σμιλίοις καὶ ψαλίσιν, ἐν αἷς τὰς ὀφρὖς κοσμοὖσιν αἱ γυναἶκες. [ἅνθη.] [ἥ γένος ὀρχήσεως ἀσχημόνως τὦν ἰσχίων κρατουμένων.]Origin: PG [a word of Pre-Greek origin]X [probably]Etymology: Unknown. Words in -(ιβ)αντ- are Pre-Greek.
Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό). Robert S.P.. 2010.